25 Νοεμβρίου 2006 Επτά ανθρώπινες ζωές χάθηκαν. Πέντε δολοφονίες και δύο αυτοκτονίες είναι ο φρικτός απολογισμός. 15 χρόνια μετά το πενταπλό φονικό του Αγρινίου οι μνήμες δεν έχουν σβηστεί από το μυαλό των οικογενειών των θυμάτων, που ακόμα θρηνούν, καθώς και των κατοίκων της περιοχής.
Αποτελεί ένα από τα πιο σκληρά εγκλήματα, με πέντε νεκρούς και δύο αυτοκτονίες, μέσα σε τέσσερα χρόνια και προσφάτως έκανε ένα αφιέρωμα το 24h.com.cy,
Το μοιραίο «κυνήγι»
Βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα, 25η Nοεμβρίου 2006 όταν πέντε κυνηγοί, όλοι συγγενείς μεταξύ τους αποφασίζουν να «διασκεδάσουν» με το δικό τους τρόπο. Κανείς δε φανταζόταν ότι και οι πέντε, λίγες ώρες μετά θα έπεφταν νεκροί…
Εκείνο το απόγευμα του Σαββάτου τα αδέρφια Bασίλης (23 ετών) και Xρήστος Nικολόπουλος (21 ετών), μαζί με τα πρώτα τους ξαδέρφια Λάμπρο Aντρέσσα (33 ετών), Hλία Πίπα (32 ετών) και Aλέξη Nικολόπουλο (17 ετών) ξεκινούν από ένα χωριό του Αγρινίου, για να κυνηγήσουν μόλις μερικά χιλιόμετρα μακρύτερα, λίγο έξω από το χωριό Kαλύβια.
Μεσολαβεί λίγη ώρα όταν ο πατέρας του μόλις 17χρονου Αλέξη Νικολόπουλου λαμβάνει ένα τηλεφώνημα από το γιο του, γύρω στις 5 το απόγευμα. Η μόνη λέξη που προλαβαίνει να πει ο 17χρονος είναι «Πατέρα…» και μετά… σιωπή.
Ο πατέρας του στην αρχή απόρησε με το παράξενο τηλεφώνημα. Ωστόσο όταν πέρασαν μερικές ώρες και κανένας από τους πέντε κυνηγούς δεν έδωσε σημεία ζωής, αποφασίζει να τους αναζητήσει.
Αντιμέτωπος με τη φρικτή αλήθεια
Ο δύστυχος πατέρας φτάνει στην περιοχή, όπου είχαν πάει για κυνήγι και εκεί έρχεται αντιμέτωπος με τη φρικτή αλήθεια. Πρώτα ανακαλύπτει το κυνηγόσκυλο, που είχαν μαζί τους και μετά εντοπίζει τα πτώματα των δολοφονημένων συγγενών του ανάμεσα στις καλαμιές, πολύ κοντά το ένα στο άλλο. Ανάμεσά τους δεν είναι όμως ο γιος του..
Δυστυχώς, περπατώντας 100 μέτρα πιο μακρυά, τον εντοπίζει κι εκείνον νεκρό. Ο άτυχος 17χρονος φαίνεται πως ήταν ο μόνος, που προσπάθησε να διαφύγει, αλλά δυστυχώς ούτε αυτός τα κατάφερε.
Ο 17χρονος Αλέξης Νικολόπουλος
Όπως φάνηκε όλα τα θύματα είχαν δεχτεί τουλάχιστον δύο σφαίρες ο καθένας. Ποιος ήταν όμως αυτός, που διέπραξε αυτά τα φρικτά εγκλήματα; Ο δράστης δεν αρκέστηκε μόνο στην πρώτη βολή εξ αποστάσεως σε κάθε ένα από τα θύματά του, αλλά έριξε και την χαριστική εξ επαφής βολή. Το χωριό των θυμάτων αποτελούνταν από 80 μόνιμους κατοίκους. Ποιος ήταν αυτός που έσπειρε το θάνατο;
Η αστυνομία, λόγω της φύσης του εγκλήματος, άρχισε να εξετάζει διάφορα σενάρια. Tο πλέον «τραβηγμένο» ήταν ότι οι πέντε κυνηγοί πιθανώς ήταν παρόντες σε συναλλαγή μεταξύ μελών συμμοριών, με αποτέλεσμα, αφού θεωρήθηκαν μάρτυρες, να εκτελεστούν αναγκαστικά εν ψυχρώ.
Το νέο του μακελειού διαδίδεται πολύ γρήγορα στη μικρή κοινωνία του χωριού. Το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης είναι τεράστιο και στην περιοχή σπεύδουν συνεργεία δημοσιογράφων για την κάλυψη των εξελίξεων σχετικά με την αιματοβαμμένη υπόθεση.
Ποιος είναι ο δολοφόνος;
Δυστυχώς η αλήθεια για το πενταπλό φονικό ήταν πολύ πιο σοκαριστική. Η αστυνομία για μέρες εξέταζε διάφορους υπόπτους, ανάμεσα στους οποίους τον 73χρονο κτηνοτρόφο Λυσίμαχο Φούκα και τον 37χρονο γιο του Διονύση, οι οποίοι είχαν κτήματα στην περιοχή, όπου έγιναν οι πέντε δολοφονίες.
Πατέρας και γιος είχαν ισχυρό άλλοθι, ωστόσο από την κατάθεση ενός άλλου κτηνοτρόφου της περιοχής, οι δυό τους ήταν οι τελευταίοι άνθρωποι, που είχαν δει ζωντανούς τους πέντε κυνηγούς. Εξάλλου, οι δυό τους διαπληκτίζονταν συχνά με κυνηγούς. Επιπλέον, ο ίδιος μάρτυρας στην κατάθεσή του ανέφερε πως αυτός προειδοποίησε τους δύο κτηνοτρόφους να προσέχουν, καθώς η παρουσία των κυνηγών στα κτήματά τους έδιωχνε το κοπάδι των προβάτων και κατέστρεφε το τριφύλλι.
Tελικά, ύστερα από αρκετές πιέσεις των αστυνομικών, οι δύο κτηνοτρόφοι ομολογούν τα αποτρόπαια εγκλήματά τους.
Το χρονικό του φονικού
Κατά τη διάρκεια της ομολογίας τους, αρχικά ο Λυσίμαχος Φούκας προσπάθησε να αναλάβει εκείνος την ευθύνη για το έγκλημα. Ωστόσο άρχισαν να αποκαλύπτονται όλες οι λεπτομέρειες…
Το μοιραίο εκείνο απόγευμα, μετά τη σχετική προειδοποίηση από έτερο κτηνοτρόφο της περιοχής, πατέρας και γιος φτάνουν κατά τις 16:45 στο σημείο, όπου σύμφωνα με τις πληροφορίες του κτηνοτρόφου, βρίσκονταν οι πέντε κυνηγοί. Δεν τους βρίσκουν εκεί κι έτσι ο Διονύσης Φούκας φεύγει, αφήνοντας πίσω τον πατέρα του.
Λίγα λεπτά μετά, ακούει από μακριά μια λογομαχία και ξεχωρίζει τη φωνή του πατέρα του. Επιστρέφει στο αρχικό σημείο, κρατώντας στα χέρια του μια καραμπίνα. Εκεί διαπιστώνει ότι όντως ο πατέρας του τσακώνεται με τους κυνηγούς, όταν ένα από τα όπλα των κυνηγών θυμάτων εκπυρσοκροτεί κατά λάθος… Τότε ο Διονύσης Φούκας σηκώνει την καραμπίνα και αρχίζει να πυροβολεί…
Ο Διονύσης Φούκας
Μέσα σε δευτερόλεπτα σωριάζονται τρεις από τους πέντε κυνηγούς. Ο Hλίας Πίπας, που είχε προλάβει να κρυφτεί, πυροβολεί προς το μέρος του Φούκα και τον τραυματίζει στην κλείδα. Αμέσως, ο 37χρονος πυροβολεί προς το μέρος του. Νεκροί κείτονται τέσσερις από τους πέντε κυνηγούς, αφού ο 37χρονος τους ρίχνει και τη χαριστική βολή. Τελευταίος μένει ο 17χρονος Aλέξης Nικολόπουλος, ο οποίος είχε καταφέρει να απομακρυνθεί λίγα μέτρα. Εκείνη την ώρα ήταν που έκανε την κλήση στον πατέρα του, όμως δεν πρόλαβε. Λίγο μετά πέφτει νεκρός από τα πυρά του Φούκα.
Ο ίδιος θα πει: «Προσπαθώ να θυμηθώ και δεν μπορώ. Μου είπαν ότι αφού τους σκότωσα, γύρισα και τους έδωσα και χαριστική βολή. Τι να πω, ότι το θυμάμαι; Θα είναι ψέμα» και συνεχίζει: «Ξέρω ότι τους σκότωσα, αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ λεπτομέρειες, ποιον, πώς, γιατί, πού, είναι ένα βασανιστικό κενό».
Ο λόγος που οδηγήθηκε ο 37χρονος στο αποτρόπαιο έγκλημα.. Η παρουσία των κυνηγών στα χωράφια τους, ο φόβος που προκαλούσαν στα πρόβατα και φυσικά το όπλο του ενός εκ των κυνηγών, που εκπυρσοκρότησε.. Έστω και καταλάθος.
Η ομολογία του 37χρονου σοκάρει: «Mου χάλαγαν τους φράχτες. Tρόμαζαν τα πρόβατα και σκόρπαγαν. Άκουσα τον καβγά με τον πατέρα μου. Mετά πυροβολισμό. Γύρισα. Πυροβολούσα όποιον έβρισκα μπροστά μου».
Πολλοί είναι αυτοί που περίμεναν αντίποινα από τις οικογένειες των θυμάτων, ωστόσο το μόνο που ήθελαν ήταν να απονεμηθεί δικαιοσύνη.
Ο δρόμος προς τη δικαιοσύνη
Πατέρας και γιος οδηγούνται αρχικώς στα δικαστήρια Αγρινίου, κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, προκειμένου να απολογηθούν.
Mετά την ομολογία τους, πατέρας και γιος προφυλακίζονται μέχρι τον Mάρτιο του 2008, οπότε και οδηγούνται ενώπιον του Mεικτού Oρκωτού Δικαστηρίου Aιγίου.
Πατέρας και γιος μετά τη σύλληψή τους μεταφέρονται στο δικαστήριο
Ο 37χρονος Διονύσης Φούκας δήλωσε ότι βρισκόταν εν βρασμώ ψυχής και προσπάθησε να πάρει πάνω του όλη την ευθύνη, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Μακάρι να υπήρχε η θανατική ποινή. Δεν θέλω επιείκεια».
Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι δεκάδες κάτοικοι των Καλυβίων συγκέντρωσαν υπογραφές, ζητώντας επιείκεια για τον Διονύση Φούκα. Θεωρούν αδιανόητο το γεγονός ότι το «καλύτερο παιδί του χωριού» διέπραξε πέντε φόνους, ενώ κατηγορούν ευθέως τον πατέρα του, Λυσίμαχο, ότι ήταν αυταρχικός, είχε το γιο του υποχείριο και ουσιαστικά εκείνος του όπλισε το χέρι.
Ο Λυσίμαχος Φούκας καθώς οδηγείται στο Δικαστήριο
Tελικά, το δικαστήριο τούς καταδίκασε και η απόφαση ήταν καταπέλτης. Οι δύο δολοφόνοι καταδικάστηκαν σε πεντάκις ισόβια.
Ακολουθούν εν συνεχεία οι εκδικάσεις σε δεύτερο βαθμό στο Εφετείο Δυτικής Στερεάς Ελλάδος στο Αγρίνιο, όμως οι ποινές παραμένουν ίδιες.
Τραγωδία δίχως τέλος
Ενδεχόμενως όλοι να περίμεναν ότι η υπόθεση έκλεισε με την απονομή δικαιοσύνης από το δικαστήριο. Δυστυχώς, όμως δεν είχε ακόμα παιχτεί η τελευταία πράξη του δράματος.
Στις 22 Μάρτιου 2010 λίγο μετά τα μεσάνυχτα, τέσσερα χρόνια μετά το πενταπλό φονικό, ο 20χρονος αδερφός του Αλέξη Νικολόπουλου, Βασίλης, βρίσκει τα άψυχα σώματα της μητέρας του και της αδερφής του.
«Δεν μπορώ άλλο τη ζωή μου χωρίς τον μικρό μου τον Αλέξη. Θα σας βλέπω μαζί με τον Αλέξη από ψηλά. Σας ζητάω συγγνώμη…». Με αυτές τις λέξεις αποχαιρέτησε η 52χρονη Κατερίνα Καραθανάση, η μητέρα του 17χρονου Αλέξη, του μικρότερου εκ των πέντε θυμάτων, την οικογένειά της. Η γυναίκα δεν άντεξε την απώλεια του παιδιού της και αποφάσισε να τον «συναντήσει» πίνοντας ένα φιαλίδιο ισχυρού εντομοκτόνου.
Λίγη ώρα μετά, η 16χρονη κόρη της Κωνσταντίνα θα έρθει για δεύτερη αντιμέτωπη με το θάνατο. Αντικρίζοντας τη μητέρα της νεκρή και αφού διάβασε το σημείωμά της, δεν άντεξε… «Βρήκα τη μαμά νεκρή. Δεν μπορώ άλλο αυτή τη ζωή, θα πεθάνω και εγώ. Βασίλη, να είσαι δυνατός και να προσέχεις» έγραψε στο σημείωμα προς τον αδερφό της και πίνοντας το δεύτερο φιαλίδιο εντομοκτόνου, που υπήρχε στο σπίτι, αυτοκτόνησε..
Ο 20χρονος Βασίλης, αφού βρέθηκε αντιμέτωπος με τη φρικτή αλήθεια, αντικρίζοντας τη μητέρα του νεκρή στο κρεβάτι και την αδελφή του νεκρή στο πάτωμα. ενημέρωσε τους συγγενείς και την αστυνομία.
Ο ιερέας του χωριού, πατέρας Καλλίνικος δήλωσε για τις δύσκολες στιγμές, που περνούσαν οι δύο γυναίκες: «Επί τέσσερα χρόνια, κάθε μέρα πήγαιναν στον τάφο του παιδιού και του μιλούσαν. Η Κατερίνα έλεγε ότι δεν ήθελε να τον αφήσει ούτε μία μέρα μόνο του. Της έλεγα ότι πρέπει να φανεί δυνατή για τα άλλα δύο παιδιά της, αλλά δεν με άκουγε. Στις 17 Μαρτίου, την ημέρα εορτής του Αλέξη, έμεινε με τις ώρες στο μνήμα του και έλεγε ότι δεν αντέχει μακριά του. Ηθελε να τον φιλήσει, να τον προσέχει. Και δυστυχώς πήρε την απόφαση να βάλει τέλος στη ζωή της για να βρεθούν και πάλι μαζί. Το κορίτσι την ακολούθησε. Δεν το χωρά ανθρώπινος νους».