Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Η σημερινή έναρξη του νέου εκκλησιαστικού έτους ας αποτελέσει αφορμή ενάρξεως μιας βαθύτερης γνωριμίας με τα υπέροχα κείμενα των επιστολών του Αποστόλου Παύλου. Οι αποστολικές περικοπές των Κυριακών που θα ακολουθήσουν, θα αποτελέσουν την πηγή μιας νέας σειράς κηρυγμάτων, με σκοπό την πνευματική ωφέλεια, μέσω του λόγου του μεγάλου Αποστόλου των Εθνών.
Ολόκληρη η Βίβλος, από το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως στην Παλαιά Διαθήκη μέχρι το τελευταίο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως του Ιωάννου στην Καινή, αποτελεί ένα ολοκληρωμένο και θεόπνευστο αρμονικό σύνολο. Μοναδικός του στόχος είναι η σωτηρία του ανθρώπου και η ένωσή του με τον Θεό και Δημιουργό του.
Κορύφωση του πανανθρώπινου θησαυρού της Βίβλου αποτελεί, βέβαια, το κείμενο των τεσσάρων Ευαγγελίων. Εκεί, ο τέλειος και άπειρος Θεός, κινούμενος από την αγάπη Του για τον άνθρωπο, αποκαλύπτεται να ενδύεται την ανθρώπινη φύση, να υφίσταται τις συνέπειες της ανθρώπινης αποστασίας και να γίνεται ο Ίδιος, με την Ανάστασή Του, ο απόλυτος νικητής του θανάτου και ο προπομπός του ανθρωπίνου γένους προς την ουράνια Βασιλεία.
Ο ενσαρκωμένος Υιός και Λόγος του Θεού γεννήθηκε, δίδαξε, υπέστη φρικτά πάθη και ανέστη. Ο θάνατος δεν Τον κατέβαλε. Όμως, παρά τις αλλεπάλληλες εμφανίσεις Του μετά την Ανάσταση, την ψυχή των μαθητών διακατείχε μία αγωνία: Θα επαρκούσαν, άραγε, οι ασθενείς ανθρώπινες δυνάμεις τους για να διατηρήσουν ζωντανό το κήρυγμα της Βασιλείας και να διακηρύξουν προς την Οικουμένη των ισχυρών ηγεμόνων και των αλλοιωμένων από την κακία ανθρώπων πως ο δρόμος προς την σωτηρία είναι πλέον ανοιχτός;
Τα βιβλία της Καινής Διαθήκης τα οποία ακολουθούν τα τέσσερα Ευαγγέλια, δηλαδή οι «Πράξεις των Αποστόλων» και οι επιστολές, ιδιαίτερα του αποστόλου Παύλου, αποτελούν την ζωντανή απόδειξη, πως παρά τις τεράστιες δυσκολίες, με την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος, το μήνυμα του Χριστού απλώθηκε και ρίζωσε στην Οικουμένη. Συγχρόνως, τα κείμενα αυτά, αποτελούν πολύτιμους οδηγούς ζωής για τους Χριστιανούς όλων των εποχών, διότι ξεχειλίζουν από ολόθερμη πίστη στον Χριστό, ολοκληρωτική αγάπη μεταξύ των πρώτων Χριστιανών, αλλά και δύναμη Αγίου Πνεύματος.
Τρομερός διώκτης της πρώτης Εκκλησίας υπήρξε και ο Άγιος Παύλος. Δεν γνώρισε τον Χριστό ως άνθρωπο, δέχτηκε, όμως, την υπερφυσική επίσκεψή Του στον δρόμο της Δαμασκού και, από διώκτης, έγινε φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου. Αφοσιωμένος μέχρι θανάτου στον αποκεκαλυμμένο Εσταυρωμένο που του άλλαξε την ζωή, διέδωσε το Ευαγγέλιο μέχρι τα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου, παραδίδοντας, παράλληλα, στην Οικουμένη τις υπέροχες επιστολές του.
Η σημερινή επιστολή του, της οποίας απόσπασμα ακούσαμε, απευθύνεται, όχι προς μία τοπική Εκκλησία, όπως γίνεται συνήθως, αλλά προς ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, τον Τιμόθεο.
Ο άγιος Τιμόθεος υπήρξε ένας από τους πλέον αγαπημένους αλλά και πιστούς μαθητές του αποστόλου Παύλου. Έγινε χριστιανός κατά την πρώτη διέλευση του αποστόλου από την Λυκαονία της Μικράς Ασίας, απ’ όπου καταγόταν και από τότε μοιράστηκε μαζί του όλες τις δυσκολίες, ακόμη και την πρώτη αιχμαλωσία του Παύλου στην Ρώμη. Την πρώτη επιστολή απέστειλε προς αυτόν ο Παύλος από τη Μακεδονία, ενώ, ήδη, ο Τιμόθεος είχε τοποθετηθεί επίσκοπος της Εκκλησίας της Εφέσου.
Σήμερα, με την περικοπή από την επιστολή αυτή, η Εκκλησία μας προβάλλει την κορωνίδα της πνευματικής ζωής, που δεν είναι άλλη από την προσευχή. Τι αναφέρει ο Παύλος; «Σας παρακαλώ, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα, να κάνετε δεήσεις, προσευχές, παρακλήσεις, ευχαριστίες για όλους τους ανθρώπους».
Όλοι αυτοί οι όροι είναι συνώνυμοι της προσευχής. Πάνω από όλα, η προσευχή! Αυτή είναι, αδελφοί μου, η σημαντικότερη και πολυτιμότερη παρακαταθήκη της σημερινής αποστολικής περικοπής. Αυτό παρακαλεί ο μέγας απόστολος των εθνών, Παύλος: Πριν από κάθε εγχείρημα, πριν από κάθε προσπάθεια, να προηγείται η προσευχή. Θα θυμάστε ίσως τους παλαιότερους πως, όταν κατάρτιζαν τα προγράμματά τους, ολοκλήρωναν πάντα με την φράση «πρώτα ο Θεός». Αυτές οι τρεις λέξεις, δεν αποτελούν μόνον ευχή, αλλά και ομολογία, πως ο Θεός κρατά στα χέρια Του όλες τις εξελίξεις και πως, πάντα, πραγματοποιείται, όχι εκείνο που επιθυμούμε αλλά εκείνο που οδηγεί στην ωφέλεια και σωτηρία μας.
Ακριβώς για τον λόγο αυτό, στο συγκεκριμένο χωρίο της επιστολής, ο απόστολος διδάσκει πως η προσευχή πρέπει πάντα να συνοδεύεται από την ευχαριστία στον Θεό. Χωρίς αυτήν, η προσευχή μας, από παράκληση, γίνεται απαίτηση. Τότε, ο άνθρωπος, όσο δεν βλέπει να ικανοποιείται η απαίτησή του, οδηγείται, πρώτα στο παράπονο και, συχνά, στον θυμό απέναντι στον Θεό, διότι, δήθεν, Αυτός παραμένει αδιάφορος. Χωρίς την ευγνωμοσύνη προς τον Δημιουργό μας, χωρίς την δοξολογία να συνοδεύει τις δεήσεις μας, είναι βέβαιον πως η προσευχή μας, σταδιακά, θα ατονήσει και η καρδιά μας θα ψυχρανθεί.
Προσευχή, όμως, δεν μπορεί να υπάρξει και χωρίς την αγάπη προς τον αδελφό μας. Στην προσευχή, το «εγώ» πρέπει να γίνει «εμείς». Προηγουμένως, είπαμε πως, θέλημά μας πρέπει να γίνει το θέλημα του Θεού. Και τι θέλει ο Θεός; Μας το λέει ο Παύλος, μετά από τρεις στίχους: «Ο Θεός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι».
Αυτή η επιθυμία πρέπει να κυριαρχεί και στην δική μας προσευχή. Μέσα στην Εκκλησία δεν υπάρχει ατομική σωτηρία. Μόνον εάν η προσευχή μας φέρνει όλους, σαν έναν άνθρωπο, ενώπιον του Θεού, είναι ευπρόσδεκτη. Μόνον μία τέτοιου είδους προσευχή εκπληρώνει την επιθυμία του Δημιουργού μας, δηλαδή όλοι να γίνουμε ένα, όπως διαβάζουμε στην αρχιερατική προσευχή του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου. Μόνον η προσευχή της αγάπης διεγείρει τα σπλάχνα των οικτιρμών του επουράνιου Πατέρα και μας καθιστά κατά χάριν παιδιά Του.
Ο άγιος Παΐσιος προέτρεπε, κάθε προσευχή μας να γίνεται και εξ ονόματος εκείνων των αδελφών μας που δεν μπορούν να προσευχηθούν, εκείνων που δεν ξέρουν να προσευχηθούν, αλλά και εκείνων που δεν θέλουν να προσευχηθούν. Κι αυτό, διότι, όπως έλεγε, ποτέ δεν ξέρουμε πότε ο Θεός θα χτυπήσει την πόρτα της ψυχής και του πιο άθεου συνανθρώπου μας. Πόσο μεγάλη είναι η παρηγοριά μας, όταν βλέπουμε, οι άγιοί μας να προσεύχονται για μας με τόση αγάπη!
Σε καιρούς δύσκολους, τόσο για την Εκκλησία μας, όσο και για τον καθένα μας ξεχωριστά, η προσευχή, διαποτισμένη από την εμπιστοσύνη μας στον Θεό, πλημμυρισμένη από δοξολογία για τις φανερές και αφανείς ευεργεσίες Του και ανάλαφρη σαν θυμίαμα από την αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, θα αποτελέσει το κύριο μέσον της σωτηρίας μας. Ας παραδώσουμε τον εαυτό μας στην προσευχή, με την βεβαιότητα πως απευθυνόμαστε, πρόσωπο προς πρόσωπο, στον ζωντανό Θεό και Κύριο των δυνάμεων.