Η Αγία Αικατερίνη είναι από τα πρόσωπα εκείνα της Ορθοδοξίας που η ζωή και η δράση της αγγίζει τα όρια του μύθου. Τιμάται παντού, παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για την ίδια. Στην Ελλάδα η Αγία έχει συνδεθεί και με τη λαογραφία. Πανηγυρίζει ο Ι.Ν της Αγίας Αικατερίνης στα Τριαντέικα του Δήμου Αγρινίου.
Σήμερα έγινε Πανηγυρική Αρχιερατική Θεία Λειτουργία.
Οι γεωργοί στη χώρα μας είχαν συνδέσει την καλή σπορά με την αγία. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, επειδή η γιορτή της συμπίπτει με τη σπορά, σε περίπτωση ανομβρίας η αγία «δανείζεται νερό» από άλλον άγιο για να βρέξει!
Οι διωγμοί, τα βασανιστήρια, οι θρύλοι
Σύμφωνα με τον Ρουφίνο, ύπαρχο της αυλής του αυτοκράτορα Θεοδόσιου, το πρώτο της όνομα ήταν Δωροθέα. Μετά τη βαφτισή της, όμως, έλαβε το όνομα Αικατερίνα, αυτή δηλαδή που είναι πάντα καθαρή, αγνή (αιέν καθαρινά, δηλαδή «η πάντοτε αγνή»). Έζησε στην Αλεξάνδρεια, στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, και είχε αριστοκρατική καταγωγή και τεράστια μόρφωση.
Κατά τη φυλάκισή της η αγία υπέμεινε τις πιέσεις και τις κακουχίες με θάρρος και υπομονή, που αντλούσε, σύμφωνα με την παράδοση, από τη δύναμη της βαθιάς της πίστης, όπως συνέβαινε τότε και με όλους τους Χριστιανούς που μετά τον θάνατό τους αναγνωρίστηκαν από την Εκκλησία ως μάρτυρες. Όταν στη συνέχεια έμαθε η σύζυγος του αυτοκράτορα, Φαυστίνα, τον λόγο για τον οποίο είχε φυλακιστεί και είχε καταδικαστεί σε θάνατο, όχι απλώς συγκινήθηκε από τη στάση της, αλλά ζήτησε να της δοθεί η άδεια να την επισκεφτεί στο κελί της. Το αίτημά της έγινε δεκτό και, έτσι, με συνοδεία 200 στρατιωτών, οι οποίοι είχαν ως επικεφαλής τον Φρούραρχο Πορφυρίωνα ή Πορφύριο, συναντήθηκε μαζί της. Όμως τόσο η Φαυστίνα όσο και οι στρατιώτες προσηλυτίστηκαν από την Αικατερίνη στη νέα θρησκεία. Τότε ο αυτοκράτορας διέταξε τον αποκεφαλισμό της συζύγου του, Φαυστίνας, του φρουράρχου και των στρατιωτών και διέταξε την εκτέλεση της αγίας με μαρτυρικό τρόπο. Για τον θάνατό της χρησιμοποιήθηκε ο «τροχός των βασανιστηρίων», ένα κυκλικό σίδερο του οποίου η περιφέρεια έφερε καρφιά. Ο τροχός αυτός κινούνταν με σκοινιά και τροχαλίες σιγά-σιγά και ακουμπούσε το δεμένο σώμα του καταδικασθέντος σε θάνατο. Ο θρύλος εδώ αναφέρει πως τα καρφιά του τροχού, όταν πλησίασαν το σώμα της αγίας, ένα-ένα έσπαγαν. Κατ’ άλλον θρύλο, ο εν λόγω τροχός, πριν πλησιάσει το σώμα της αγίας, διαλύθηκε «εις τα εξ ων συνετέθη». Έτσι, αποφασίστηκε τελικά ο αποκεφαλισμός της, ο οποίος, όταν συνέβη, οι παριστάμενοι αντιλήφθηκαν να ρέει γάλα αντί αίμα.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με έναν άλλο θρύλο, το πάναγνο σώμα της αγίας μεταφέρθηκε υπό «πτερύγων αγγέλων» στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου, όπου επί αιώνες έμεινε άταφο, κατά τους βιογράφους της και την ιερή παράδοση, μέχρι τον 6ο αιώνα, οπότε ερημίτες μοναχοί της περιοχής μέσω οράματος ειδοποιήθηκαν και κατέβασαν από το όρος το σώμα της αγίας και το εναπόθεσαν σε μαρμάρινη θήκη.
Σύμφωνα με έναν θρύλο, το πάναγνο σώμα της αγίας μεταφέρθηκε υπό «πτερύγων αγγέλων» στο όρος Σινά της ομώνυμης χερσονήσου, όπου επί αιώνες έμεινε άταφο
Έπειτα ενημερώθηκε ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός, ο οποίος έκτισε την ιερή Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά και την εκκλησία (καθολικό) της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (που κτίσθηκε μεταξύ 548 και 565) εντός της οποίας τοποθετήθηκε η μαρμάρινη θήκη. Στη μονή αυτή διασώζεται ένα σημαντικό θησαυροφυλάκιο της πρώιμης χριστιανικής τέχνης και αρχιτεκτονικής και πλήθος εικονογραφημένων χειρογράφων. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή του θρύλου, έχοντας απορρίψει η Αικατερίνη πολλές γαμήλιες προτάσεις, ανέβηκε στους ουρανούς κατά τη διάρκεια οράματος και μνηστεύθηκε τον Χριστό.
Ιερά λείψανα, όμως, της Αγίας Αικατερίνης της Μεγαλομάρτυρος φέρονται να επιδεικνύονται από τα μέσα του 11ου αιώνα και στη νορμανδική πόλη Ρουάν, όπου, κατά τους Kαθολικούς, τα έφερε εκεί περί το 1207 ο ερημίτης μοναχός Συμεών.
Στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια, η οποία εκδόθηκε το 1908, αναφέρεται τι σημαίνει για τους Χριστιανούς η πίστη στην αγία: «Καθώς, μαζί με την Αγία Μαργαρίτα και την Αγία Βαρβάρα, συγκαταλέγεται στους δεκατέσσερις πιο υποβοηθητικούς αγίους στον ουρανό, τύγχανε αδιάκοπου εγκωμιασμού από τους κήρυκες και εξύμνησης από τους ποιητές. Σε πολλά μέρη η εορτή της εορταζόταν με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια, υπήρχε αργία και οι ακολουθίες παρακολουθούνταν από μεγάλο πλήθος λαού. Σε αρκετές επισκοπές της Γαλλίας η εορτή θεωρούταν Ιερά Ημέρα, έως την αρχή του 17ου αιώνος, και εορταζόταν με μεγαλοπρέπεια που η τελετουργία της ξεπερνούσε αυτή των εορτών μερικών Αποστόλων. Αναρίθμητα παρεκκλήσια την είχαν ως προστάτιδα και το άγαλμά της ευρίσκετο σε σχεδόν όλες τις εκκλησίες, αναπαριστώντας την σύμφωνα με τη μεσαιωνική εικονογραφία με έναν οδοντωτό τροχό, το όργανο βασανισμού της.
Σημαντικότερες εορτές προς τιμή της αγίας ήταν εκείνες οι εύθυμες που συνέβαιναν στο Παρίσι, όπου νεανίδες ηλικίας 25 ετών ανύπανδρες, ανήμερα της εορτής της αγίας, περιφέρονταν εν ευθυμία στη πόλη φέροντας ή σκεπάζοντας τα μαλλιά τους με λευκό δαντελλωτό “κεκρύφαλο” (σκούφο), εκ του οποίου και προήλθε η γαλλική έκφραση “elle a la coiffure de Sainte Catherine” (έχει την κτενισιά της Αγίας Αικατερίνης), που αποτελεί ιδιωματισμό και λέγεται για γεροντοκόρες, αντίστοιχο με το ελληνικό “μπήκε στο ράφι”.
Ο οδοντωτός τροχός έγινε το έμβλημα της αγίας και, έτσι, οι μηχανικοί έθεσαν εαυτούς υπό την προστασία της. Τελικά, σύμφωνα με την παράδοση, όχι μόνο παρέμεινε παρθένος, ελέγχοντας τα πάθη της, και κυρίευσε τους εκτελεστές της, φθείροντας την υπομονή τους, αλλά θριάμβευσε και στην επιστήμη, κλείνοντας τα στόματα των σοφιστών: η πραγματεία της μελετήθηκε από θεολόγους, απολογητές, κήρυκες, και φιλοσόφους. Πριν τη μελέτη, τη συγγραφή ή το κήρυγμα, την επικαλούνταν να τους φωτίσει, να καθοδηγήσει τις πένες τους και να ξεκαθαρίσει τα νοήματα των λόγων τους. Αυτή η αφοσίωση στην Αγία Αικατερίνη, που πήρε τεράστιες διαστάσεις στην Ευρώπη μετά τις Σταυροφορίες, έλαβε επιπρόσθετη λάμψη στη Γαλλία στις αρχές του 15ου αιώνα, όταν, σύμφωνα με τις φήμες, η αγία είχε μιλήσει στην Ιωάννα της Λωραίνης και, μαζί με την Αγία Μαργαρίτα, υπήρξε η θεία σύμβουλος της Ιωάννας».
Ο εορτασμός
Η ημέρα του μαρτυρίου της Αγίας Αικατερίνης θεωρείται η 24 Νοεμβρίου, της δε εύρεσης των λειψάνων της η 25η Νοεμβρίου, εκτός, όμως, όλων των Σλάβων, που τιμούν ιδιαίτερα μέχρι σήμερα την ημέρα του μαρτυρικού θανάτου της αγίας. Όλοι οι άλλοι Χριστιανοί τιμούν τη μνήμη της στις 25 Νοεμβρίου, έπειτα από σύσταση-απόφαση των μοναχών του Σινά, οι οποίοι συνέπτυξαν σε μία και τις δύο εορτές, ώστε να συνεορτάζεται με τα Εισόδια της Θεοτόκου.
Παρά το γεγονός ότι η αγία τιμήθηκε όσο κανείς και από τους Καθολικούς, το 1969 η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αφαίρεσε την εορτή της από το γενικό εορτολόγιο των αγίων που δημοσιεύθηκε από τη Σύνοδο για τη Θεία Λατρεία και την Τάξη των Αγίων, ισχυριζόμενη την έλλειψη ιστορικών αποδείξεων για την ύπαρξή της. Το 2002 περιλήφθηκε ξανά στο ημερολόγιο.