Σημαντικές αλλαγές φέρνει ο νέος Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.) που θα τεθεί σύντομα σε δημόσια διαβούλευση. Σύμφωνα με αυτές, μειώνονται τα όρια ταχύτητας στις πόλεις, αυστηροποιούνται οι ποινές για παραβάσεις που μπορούν να προκαλέσουν θανατηφόρα τροχαία, ενώ νομιμοποιούνται οι «σφήνες» των μοτοσικλετιστών.
Ο νέος Κ.Ο.Κ. φέρνει μία καινοτομία στο ζήτημα των «ελιγμών» που προκαλούσε προστριβές μεταξύ των οδηγών τετράτροχων και δικύκλων οχημάτων στους δρόμους. Οι οδηγοί μοτοσικλετών θα μπορούν να κάνουν ελιγμούς μεταξύ των οχημάτων, αν δεν παραβιάζουν όμως τα όρια ταχύτητας, ενώ θα μπορούν να «βγουν μπροστά» στα φανάρια, με σκοπό να διευκολύνεται η κίνηση των οχημάτων. Παράλληλα, οι οδηγοί των δικύκλων θα έχουν να αντιμετωπίσουν αυστηρότερες ποινές σε περίπτωση που οδηγούν χωρίς να φορούν το προβλεπόμενο κράνος ασφαλείας.
Με τον νέο Κ.Ο.Κ. αυστηροποιούνται σημαντικά μια σειρά παραβάσεων που μπορούν να προκαλέσουν δυστυχήματα, όπως η παραβίαση ερυθρού σηματοδότη, η μη χρήση κράνους, η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και η κίνηση στη Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης. Επίσης θα υπάρχει σημαντική αλλαγή στα όρια ταχύτητας για την κίνηση των οχημάτων εντός του αστικού ιστού. Ειδικότερα, θα είναι πλέον στα 30 χιλιόμετρα ανά ώρα, αντί των 50 χλμ/ώρα που ισχύει τώρα, ενώ σε περιοχές που λειτουργούν σχολεία το όριο θα πέφτει στα 20 χλμ/ώρα, προκειμένου να αποφευχθούν ατυχήματα.
Μία σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με τα όσα γνωρίζαμε μέχρι τώρα είναι ότι για μια σειρά παραβάσεων θα τιμωρείται, βάσει του νέου Κ.Ο.Κ., ο οδηγός και όχι το όχημα, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Έτσι, για μια ποινή που μέχρι σήμερα προβλέπονταν αφαίρεση πινακίδων, πλέον η ποινή θα αφορά στον οδηγό, με σκοπό τη χρήση του οχήματος από άλλα άτομα της οικογένειας. Αρκετά αυξημένες θα είναι οι ποινές σε περίπτωση υποτροπής, με αφαίρεση της άδειας οδήγησης έως και 5 χρόνια σε περίπτωση που ένας οδηγός υποπέσει για τρεις φορές σε κάποια παράβαση σε μια πενταετία. Οι Αρχές υπογραμμίζουν επίσης ότι με το νέο σύστημα καταγραφής (online διασύνδεση) δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να «σβήσει» κάποιος μια κλήση.