Με το ελαιόλαδο να έχει καταστεί τον τελευταίο χρόνο είδος πολυτελείας για πολλά νοικοκυριά, καθώς η τιμή του διαμορφώνεται στα 12-13 ευρώ το λίτρο, και την κατανάλωσή του στην Ελλάδα να έχει περιοριστεί κατά 26,7%, στους 22.000 τόνους, η αγορά εκπέμπει τα πρώτα μηνύματα αισιοδοξίας για αποκλιμάκωση των τιμών έως το τέλος του έτους.
Μετά την καταστροφική περυσινή χρονιά, οπότε και η παραγωγή μειώθηκε στο μισό, από τους 280.000 τόνους την περίοδο 2022-2023 στους 140.000 τόνους, φέτος εκτιμάται ότι θα ανακάμψει μερικώς. Οχι, βέβαια, στο ρεκόρ των 280.000 τόνων, αλλά πολύ υψηλοτέρα από την περυσινή χρονιά, με εκπροσώπους του κλάδου να προβλέπουν αύξηση της παραγωγής στους 200.000-230.000 τόνους.
Αισιοδοξία
«Μετά τις τελευταίες βροχοπτώσεις, η εγχώρια παραγωγή θα είναι καλύτερη του αναμενομένου. Υπάρχουν περιοχές με πολύ καλή καρπόδεση, όπως η Λακωνία, και άλλες περιοχές όπου η κατάσταση είναι μέτρια», αναφέρει στον «Ε.Τ.» ο διευθυντής του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ελαιολάδου Μολάων – Πακίων Λακωνίας, Παναγιώτης Ντανάκας.
Η Κρήτη, που είναι η περιφέρεια με τη μεγαλύτερη παραγωγή ελαιολάδου στην Ελλάδα, αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα ξηρασίας, καθώς έχει να βρέξει μήνες. Οπως εξηγεί στον «Ε.Τ.» ο πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοπαραγωγών Κρήτης, Πρίαμος Ιερωνυμάκης, «πέρα από την έλλειψη βροχοπτώσεων, υπάρχουν μεγάλες εκτάσεις όπου ναι μεν έχουν τη δυνατότητα άρδευσης, αλλά δεν μπορούν να την εκμεταλλευτούν, καθώς στο νησί δεν υπάρχει νερό».
Σημειώνεται ότι η παραγωγή της Κρήτης την ελαιοκομική περίοδο 2023-2024 «βυθίστηκε» στους 30.000 τόνους από 120.000 τόνους την περίοδο 2022-2023, παρουσιάζοντας μείωση κατά 75%. «Αν μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου βρέξει, η παραγωγή στο νησί μπορεί να διπλασιαστεί και να φτάσει τους 60.000 τόνους. Αν δεν βρέξει, θα μείνουμε στα περυσινά επίπεδα», επισημαίνει ο κ. Ιερωνυμάκης.
Θετικές προοπτικές
Από την πλευρά του, ο διευθυντής της Εθνικής Ενωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ), Μόσχος Κορασίδης, σημειώνει στον «Ε.Τ.» ότι από τα πρώτα στοιχεία που έχουν στείλει οι ελαιοκομικοί συνεταιρισμοί η παραγωγή φέτος θα είναι ικανοποιητική.
Ευοίωνες είναι οι προοπτικές και για τη μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγική χώρα, την Ισπανία, με διεθνείς αναλυτές να εκτιμούν ότι η παραγωγή φέτος θα εκτιναχθεί στους 1,3 εκατ. τόνους από 750.000 τόνους πέρυσι, αυξάνοντας την προσφορά του προϊόντος, γεγονός που πιθανότατα θα ωθήσει τις τιμές του ελαιολάδου προς τα κάτω.
Αντίθετα, η Ιταλία, που πέρυσι αύξησε την παραγωγή της στους 330.000 τόνους, φέτος εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στους 170.000-200.000 τόνους.
Καθοδικά
Η ανοδική τάση που προδιαγράφεται για την παραγωγή αναμένεται να ρίξει τις τιμές του ελαιολάδου τόσο στον παραγωγό όσο και στα ράφια, ενώ ήδη στις πρώτες συμφωνίες που κλείνονται για το προϊόν νέας εσοδείας οι τιμές είναι κατά 1-1,5 ευρώ χαμηλότερες σε σχέση με πέρυσι.
Δεδομένου ότι την περίοδο 2023-2024 οι τιμές κυμαίνονται στα 7-8 ευρώ από 4,5-5 ευρώ τη χρονιά 2022-2023, η τιμή παραγωγού φέτος αναμένεται να διαμορφωθεί στα επίπεδα των 6-6,5 ευρώ το κιλό. «Το ότι σε ορισμένες περιοχές η τιμή παραγωγού άγγιξε τα 10 ευρώ το κιλό δεν σημαίνει ότι τόσο πουλούσαν όλοι, καθώς λαμβάνονται υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως η ποιότητα, η εποχή κ.λπ.», επισημαίνει ο κ. Ιερωνυμάκης στον «Ε.Τ.».
Η μείωση των τιμών παραγωγού εκτιμάται ότι θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και τις τιμές στα ράφια, με εκπροσώπους της βιομηχανίας να κάνουν λόγο για τιμές κάτω από τα 10 ευρώ το λίτρο, από 12-13 ευρώ που είναι σήμερα. «Η λιανική τιμή θα κυμανθεί στα 9-9,5 ευρώ το λίτρο, μια τιμή ικανοποιητική για τους καταναλωτές, που αντιστοιχεί και στην τιμή της πρώτης ύλης», αναφέρει κορυφαίο στέλεχος μεγάλης μεταποιητικής εταιρίας του κλάδου.
Εξαγωγές, αποθέματα και αισχροκέρδεια
Εκπρόσωποι του πρωτογενούς τομέα, πάντως, αναφέρουν ότι είναι ακόμα νωρίς για να υπάρξει σαφής εικόνα για την πορεία των τιμών, καθώς, πέρα από την παραγωγή, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο στη διαμόρφωσή τους.
«Η Ιταλία και η Ισπανία είναι αυτές που ρυθμίζουν τις αγορές, καθώς είναι αυτές που έχουν μεγάλα συμβόλαια. Επιπλέον, οι Ισπανοί έχουν μπει ως μέτοχοι σε όλα τα μεγάλα σούπερ μάρκετ της Ευρώπης. Αν θέλουν να στρέψουν σε άλλου τύπου έλαια τους καταναλωτές, θα κρατήσουν ψηλά τις τιμές. Αν θέλουν να εξαγάγουν ελαιόλαδο σε χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, που μέχρι τώρα το προϊόν δεν είναι στις διατροφικές τους συνήθειες, με συνολικό πληθυσμό 3 δισ., οι ποσότητες που θα παραχθούν δεν θα είναι επαρκείς. Ο κανόνας της αγοράς είναι προσφορά και ζήτηση», αναφέρει χαρακτηριστικά στον «Ε.Τ.» εκπρόσωπος μεγάλου ελαιοκομικού συνεταιρισμού.
Από την άλλη, κρίσιμος παράγοντας στη διαμόρφωση των τιμών είναι και τα αποθέματα με τα οποία θα ξεκινήσει η νέα χρόνια. Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα τόσο για την παραγωγή όσο και για την πορεία των τιμών θα έχει ξεκαθαρίσει μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, ενώ οι όποιες μειώσεις στα ράφια των σούπερ μάρκετ θα φανούν από τον Νοέμβριο – Δεκέμβριο και μετά.
Κερδοσκοπία
Πάντως, εκπρόσωποι του πρωτογενούς τομέα κάνουν λόγο και για παιχνίδια αισχροκέρδειας στην αγορά του ελαιολάδου, ζητώντας την εντατικοποίηση των ελέγχων από τις αρμόδιες Αρχές. «Δεν μπορεί να ξέρει κανείς τις τιμές, γιατί το πρόβλημα δεν είναι μεταξύ του παραγωγού και του καταναλωτή. Αλλά έχει να κάνει με την ίδια την αγορά, η οποία φουσκώνει τις τιμές από το χωράφι στο ράφι. Πολλοί παραγωγοί, ακόμα και πέρυσι, πούλησαν το ελαιόλαδο στα 6 ευρώ το κιλό και στο ράφι έφτανε στα 12 ευρώ. Αυτή η διαφορά είναι όντως τεράστια και πρέπει να υπάρχει έλεγχος», υπογραμμίζει πρόεδρος μεγάλου ελαιοκομικού συνεταιρισμού στον «Ε.Τ.».
Προσοχή για ελληνοποιήσεις
Καμπανάκι κινδύνου για φαινόμενα ελληνοποιήσεων και στο ελαιόλαδο κρούουν οι παραγωγοί. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Οργάνωσης Αμπελουργών και Ελαιοπαραγωγών Κρήτης, Πρίαμο Ιερωνυμάκη, πριν από λίγο καιρό εντοπίστηκε στο Βέλγιο και την Ουγγαρία «ελληνικό» ελαιόλαδο με υπολείμματα φυτοφαρμάκου που έχει απαγορευτεί και δεν κυκλοφορεί στην Ελλάδα εδώ και μια πενταετία. «Αυτό σημαίνει ότι έχει εισαχθεί από τρίτες χώρες, όπου το εν λόγω φυτοφάρμακο επιτρέπεται, και έχει βαφτιστεί ελληνικό».
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ
Ισπανία
2023-2024: 750.000 τόνοι
Εκτίμηση για 2024-2025: 1,3 εκατ. τόνοι
Ελλάδα
2023-2024: 140.000 τόνοι
Εκτίμηση για 2024-2025: 200.000-230.000 τόνοι
ΤΙΜΗ 2024-2025
*Εκτιμήσεις βιομηχανίας
Τιμή παραγωγού: 6-6,5€/κιλό
Λιανική τιμή: 9-9,5 €/λίτρο
ΕΓΧΩΡΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ
2022-2023: 30.000 τόνοι
2023-2024: 22.000 τόνοι