Συγκεκριμένα αναφέρει:
- «Με τη λειτουργία των σχολικών μονάδων σε πλήρη σύνθεση (δηλ. με όλους τους μαθητές στις τάξεις), ανεξαρτήτως του εμβαδού των αιθουσών τους, δεν διασφαλίζεται η τήρηση της απαραίτητης απόστασης του 1,5 μέτρου μεταξύ των μαθητών, γεγονός που εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την υγεία μαθητών και εκπαιδευτικών. Είναι αξιοσημείωτο δε, πως δεν πραγματοποιήθηκε ούτε ένας χωρισμός τμήματος, με μεγάλο αριθμό μαθητών, σε υποτμήματα, ακόμα και στις σχολικές μονάδες που υπάρχουν κενές αίθουσες διδασκαλίας.
- Ενώ οι οδηγίες του ΕΟΔΥ προβλέπουν «Συστηματική αποφυγή ανάμιξης των μαθητών που δεν ανήκουν στο ίδιο τμήμα ή στην ίδια σταθερή ομάδα παιδιών σε όλες τις εκδηλώσεις της σχολικής ζωής, περιλαμβανομένων ιδιαίτερα των διαλειμμάτων και της διδασκαλίας», η φοίτηση των μαθητών στο Ολοήμερο Πρόγραμμα πραγματοποιείται σε μικτά τμήματα, όπου μπορεί να υπάρχει ανάμιξη μαθητών ακόμα και από όλα τα τμήματα/τάξεις του σχολείου, με αποτέλεσμα να ανατρέπεται παντελώς η λειτουργία του πρωινού προγράμματος με κλειστές ομάδες μαθητών, και να καταστρατηγούνται και ακυρώνονται βασικά μέτρα προφύλαξης. Επίσης, στο πρωινό πρόγραμμα, πώς ακριβώς θα υλοποιηθεί η παραπάνω σύσταση στην περίπτωση της διδασκαλίας Γαλλικής και Γερμανικής Γλώσσας στους μαθητές της Ε και ΣΤ τάξης, για την οποία προβλέπεται η ανάμιξη μαθητών από δύο διαφορετικά τμήματα σε ένα τμήμα Γαλλικών και σε ένα Γερμανικών; Σημειωτέον ότι, μέχρι και σήμερα, καμία σχετική οδηγία δεν έχει αποσταλεί για τα θέματα αυτά.
- Η διάταξη με την οποία προβλέπεται ότι σε κάθε σχολική μονάδα ορίζεται ένας υπεύθυνος για τη διαχείριση ύποπτων κρουσμάτων, λοίμωξης COVID-19, με τον αναπληρωτή του, επιβάλλει στους εκπαιδευτικούς να εκτελούν χρέη σχολίατρου ή/και σχολικού νοσηλευτή, καθήκοντα δηλαδή, εντελώς ξένα προς το αντικείμενό τους. Και μάλιστα, καλούνται να εκπαιδεύσουν και το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό!
- Οι ασαφείς οδηγίες σε περίπτωση που μαθητής/τρια εμφανίσει συμπτώματα συμβατά με λοίμωξη COVID-19, η μη πραγματοποίηση μαζικών και επαναλαμβανόμενων τεστ, οι συνεχείς αλλαγές στις διατάξεις σχετικά με το ποιοι εκπαιδευτικοί ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου και δικαιούνται ειδική άδεια απουσίας, θέτουν σε σοβαρό κίνδυνο την υγεία της εκπαιδευτικής κοινότητας.
- Η μη υποστήριξη των σχολικών μονάδων, με την τοποθέτηση ενός επιπλέον εκπαιδευτικού για την αντιμετώπιση των μεγάλων αναγκών που προκύπτουν λόγω έκτακτων απουσιών εκπαιδευτικών, δημιουργεί τεράστια προβλήματα στη λειτουργία τους. Επίσης, μέχρι και σήμερα, καμία πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών δεν έχει πραγματοποιηθεί για την αναπλήρωση εκπαιδευτικών που απουσιάζουν από τις σχολικές μονάδες με ειδική άδεια απουσίας, επειδή ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID-19.
- Η μη υλοποίηση της εξαγγελθείσας από το Υ.ΠΑΙ.Θ. ταχύρρυθμης 20ωρης επιμόρφωσης όλων των εκπαιδευτικών στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση, στο πλαίσιο της έγκαιρης προετοιμασίας όλων των σχολικών μονάδων για την αποτελεσματικότερη παροχή εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε όλους τους μαθητές, όταν και όπου αυτό απαιτηθεί, αποτελεί μια πολύ αρνητική εξέλιξη.
- Η μη τοποθέτηση του αναγκαίου προσωπικού καθαριότητας στις σχολικές μονάδες, καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους( 9 ώρες όταν λειτουργεί και η Πρωινή Ζώνη), αλλά μόνο για 6,5 ώρες, καθιστά ανεφάρμοστες τις οδηγίες του ΕΟΔΥ, σύμφωνα με τις οποίες: «Η συχνή, καθημερινή και συστηματική καθαριότητα και εφαρμογή απολυμαντικών στις επιφάνειες και τον εξοπλισμό των σχολικών μονάδων κρίνεται κομβικής σημασίας για τη διαχείριση της πανδημίας COVID-19».
Συμπερασματικά, το Υπουργείο Παιδείας, ενώ δήλωνε πανέτοιμο για την ασφαλή έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς τον Σεπτέμβριο, και έχοντας όλο το καλοκαίρι στη διάθεση του να προετοιμαστεί γι’ αυτό, επέδειξε οργανωτική αδυναμία με αποτέλεσμα την έκθεση των σχολείων σε δυσλειτουργία και ανυπέρβλητες δυσκολίες στην ανάπτυξη ολοκληρωμένου Εβδομαδιαίου Ωρολογίου Προγράμματος Διδασκαλίας(ΕΩΠΔ). Οι προσωρινές τοποθετήσεις και επανατοποθετήσεις των αναπληρωτών εκπαιδευτικών στα σχολεία καθώς και η πλήρης αδυναμία αναπλήρωσης των εκπαιδευτικών που ανήκουν στις ομάδες αυξημένου κινδύνου για σοβαρή λοίμωξη COVID-19, καταδεικνύουν προχειρότητα στον σχεδιασμό της αντιμετώπισης των εξαιρετικά ιδιαίτερων συνθηκών λειτουργίας των σχολείων. Ως εκ τούτου, οι Σύλλογοι Διδασκόντων κλήθηκαν να επινοήσουν διαδικασίες διασφάλισης της υγείας των μελών της σχολικής τους κοινότητας και εύρυθμης λειτουργίας των σχολείων τους σε ένα πλαίσιο εγκυκλίων-οδηγιών με ανεπαρκές, ασαφές και πολλές φορές αντιφατικό και τροποποιούμενο περιεχόμενο. Παρ’ όλες όμως τις προσπάθειες της εκάστοτε σχολικής μονάδας, δεν είναι πάντα εφικτή μια τέτοια στοχοθεσία, εξαιτίας των αστοχιών και των παραλείψεων του Υπουργείου Παιδείας.
Σε συνθήκες πανδημίας, και με τη φυσική παρουσία όλων των μαθητών στις τάξεις, Διευθυντές/ντριες και εκπαιδευτικοί αφέθηκαν χωρίς ουσιαστική υποστήριξη από την Πολιτεία, να φέρουν εις πέρας την εκπαιδευτική διαδικασία, μέσα από υγειονομικά πρωτοκόλλα, που αποδεικνύονται σε πολλές περιπτώσεις ανεφάρμοστα, μέσα σε ακατάλληλους χώρους μάθησης και αντίξοες συνθήκες εργασίας».
Με βάση τα παραπάνω, καλεί την πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ.: «να μεριμνήσει, το συντομότερο δυνατό, για βελτίωση των συνθηκών εργασίας και μάθησης στις σχολικές μονάδες, λαμβάνοντας ουσιαστικά μέτρα στήριξης της λειτουργίας τους. Να σταθεί δίπλα στους/στις εκπαιδευτικούς, ώστε απρόσκοπτα να είναι σε θέση να επιτελέσουν το σημαντικό και δύσκολο έργο τους».