Αφροαμερικανός 71 ετών θα λάβει αποζημίωση 7,15 εκατομμυρίων δολαρίων διότι παρέμεινε για σχεδόν μισό αιώνα πίσω από τα σίδερα, για φόνο που δεν διέπραξε, στην πολιτεία Οκλαχόμα των ΗΠΑ (κεντρικά).
Όταν αθωώθηκε πέρυσι, ο Γκλεν Σίμονς έγινε ο κρατούμενος που πέρασε το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα στη φυλακή άδικα στην ιστορία των ΗΠΑ, σύμφωνα με το εθνικό μητρώο αθωώσεων.
Αφού απαλλάχθηκε, έπειτα από 48 χρόνια, έναν μήνα και 18 ημέρες φυλάκισης, υπέβαλε μήνυση και αγωγή εναντίον της πόλης Έντμοντ, στην Οκλαχόμα, κι εναντίον επιθεωρητή της αστυνομίας που διαδραμάτισε ρόλο στη σύλληψή του.
Τη Δευτέρα, το δημοτικό συμβούλιο της Έντμοντ ενέκρινε εξωδικαστικό συμβιβασμό, για να αποφύγει το ενδεχόμενο η υπόθεση να μετατραπεί σε δικαστική μάχη, δείχνουν δημόσια έγγραφα.
Η αποζημίωση τερματίζει «εν μέρει» τη μήνυση «εναντίον της πόλης και της αστυνομίας» που χρησιμοποίησαν παραποιημένα τεκμήρια για κατηγορήσουν τον κ. Σίμονς «για φόνο», εξήγησαν δικηγόροι του σε ανακοίνωση που δημοσιοποίησαν προχθές Τρίτη.
«Ο κ. Σίμονς πέρασε τραγικά μακρύ χρονικό διάστημα στη φυλακή, για έγκλημα που δεν είχε διαπράξει», επέμεινε η Ελίζαμπεθ Γουάνγκ, μέλος της ομάδας των δικηγόρων του. «Μολονότι δεν θα ανακτήσει ποτέ τον χρόνο αυτό, η συμφωνία με τον δήμο της Έντμοντ θα του επιτρέψει να προχωρήσει, ενώ συνεχίζει να διεκδικεί τα δικαιώματά του» μαχόμενος εναντίον της πόλης Οκλαχόμα και του επιθεωρητή, πρόσθεσε.
Όταν επικοινώνησε μαζί του το Γαλλικό Πρακτορείο, ο δήμος της Έντμοντ αρνήθηκε να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο.
Ο Γκλεν Σίμονς κι ακόμη ένας άνδρας, ο Ντον Ρόμπερτς, είχαν καταδικαστεί σε θάνατο το 1975 για τον φόνο υπαλλήλου κάβας, 30 ετών, κατά τη διάρκεια ληστείας στην Έντμοντ. Κατόπιν η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Η καταδίκη των δύο ανδρών είχε βασιστεί στην κατάθεση της μοναδικής μάρτυρα, πελάτισσας του καταστήματος, έφηβης η οποία τραυματίστηκε στο κεφάλι από σφαίρα κατά τη διάρκεια της ληστείας, αλλά επέζησε.
Η έφηβη τους αναγνώρισε ανάμεσα σε άλλους υπόπτους που της παρουσίασαν αστυνομικοί, όμως μεταγενέστερη έρευνα έθεσε υπό αμφισβήτηση της αξιοπιστία της αναγνώρισης.